3 Μαρ 2013

Οι αλλαγές



Οι σπόροι μας άρχισαν να πατεντάρονται, το νερό μας περιέρχεται στην ιδιοκτησία ιδιωτικών εταιρειών, τα δάση μας υλοτομούνται για να εξορυχθούν «πολύτιμα» μέταλλα, περιοχές ιδιαιτέρου φυσικού κάλλους κινδυνεύουν από μονάδες επεξεργασίας αποβλήτων του αστικού χώρου, οι άνθρωποι χάνουν την μέχρι σήμερα εργασιακή τους απασχόληση, η τροφή μας είναι στα χέρια ανηλεών κερδοσκόπων, το δικαίωμά μας να γεννάμε τα παιδιά μας  όπως και όπου θέλουμε είναι κι αυτό υπό διακύβευση, το σπίτι από ύστατο καταφύγιο μετατράπηκε σε φορολογίσιμο αγαθό, το χρήμα συσσωρεύεται σε όλο και λιγότερους ανθρώπους…

Εμπιστευτήκαμε τους πολιτικούς και τις κυβερνήσεις μας (και τους γονείς και τους δασκάλους και τους ιερείς μας) και απομακρυνθήκαμε από την εσώτερη σοφία μας, από τη φύση, και από το Θεό. Και τι καταλάβαμε; Όπως είχε πει κι ο ποιητής «Με τι καρδιά και τι πνοή, τι πόθους και τι πάθος πήραμε τη ζωή μας – λάθος! Κι αλλάξαμε ζωή» (Αρνηση, Γ. Σεφέρης).

Μήπως είναι καιρός να αλλάξουμε πάλι ζωή;


Η περίφημη κρίση είναι μία μεγάλη ευκαιρία: όχι μόνο για τους άπληστους ανθρώπους (τραπεζίτες, πολιτικούς, μεγαλοβιομήχανους) που την δημιούργησαν, αλλά και για μας τους «απλούς πολίτες». Είναι μία ευκαιρία για αφύπνιση, ένα ξυπνητήρι. Όχι για την αυτογνωσία εκείνη που γεννά ενοχές και ηττοπάθεια («εμείς τους ψηφίσαμε,  τώρα θα τους υποστούμε», ή «έτσι μάθαμε, τώρα πώς να αλλάξουμε») αλλά για την αυτογνωσία εκείνη που μας δίνει τη δυνατότητα να επιλέξουμε και να αποφασίσουμε πώς ακριβώς θέλουμε να ζήσουμε τη ζωή μας.

Τα  μοντέλα ζωής που έχουμε μάθει και συνηθίσει, ο παλιός τρόπος σκέψης σχετικά με την υγεία, την επιτυχία, την εργασία, την ευημερία, δεν μπορούν  πλέον να σταθούν, δεν μας εξυπηρετούν πια: η αποστασιοποίησή μας από την παραγωγή της τροφής μας έκανε εξαρτημένους από τους μεγαλέμπορους (τους μεσάζοντες) των αγροτικών προϊόντων, έρμαια των σύγχρονων σουπερμάρκετ για την κάλυψη των βασικών μας αναγκών. Η εξάρτηση της ευημερίας μας από τον «καλό μισθό» που δίνει μία θέση εργασίας στα γραφεία κάποιας (απρόσωπης, συνήθως) εταιρείας, μας βουλιάζει στην απόγνωση όταν οι εταιρείες κλείνουν η μία από την άλλη λόγω κόστους/κρίσης κτλ. Η ταύτιση της έννοιας της ψυχαγωγίας με διαδικασίες που είναι έξω από μας, μας καθιστούν παθητικούς καταναλωτές που ψάχνουμε εναγωνίως να καλύψουμε εσωτερικά κενά με ότι σαβούρα κυκλοφορεί «εκεί έξω». Δεν μαζευόμαστε πια για να φάμε όλοι μαζί και να τραγουδήσουμε ή να πούμε ιστορίες (να μοιραστούμε κάτι που βγαίνει από μέσα μας), προτιμούμε να δούμε σειρές στον υπολογιστή, για παράδειγμα (μια μάλλον αντικοινωνική διαδικασία).
Τα μοντέλα ζωής που παραλάβαμε από τις προηγούμενες γενιές μας οδήγησαν στον ανταγωνισμό (πόσες εκθέσεις γράψαμε στο σχολείο για την «ευγενή άμιλλα», θυμάστε;) στην αποξένωση από τους γύρω μας (περιχαρακωθήκαμε στα διαμερίσματα των αστικών πολυκατοικιών με την στενή οικογένεια και τη δουλίτσα μας, και δεν έχουμε ούτε χρόνο ούτε ενέργεια να νοιαστούμε για τον παραδίπλα, οι περισσότερες σχέσεις μας είναι «σχέσεις ενόχλησης») στην γενική απάθεια κι απέχθεια για τα κοινά (στη δεκαετία του ’90 ήταν δεδομένο ότι θα άκουγες «εγώ δεν ασχολούμαι με τα πολιτικά» από τον μέσο νέο). Το μοντέλο ζωής της πόλης ενέχει μία σχέση απόστασης από τη φύση: η απόσταση γεννά άγνοια, φόβο, υποτίμηση, έλλειψη σεβασμού. Εχω ακούσει πολύ καλοπροαίρετους κατοίκους της πόλης να μιλούν για το βουνό τους με τα δέντρα, τα ζώα και τα φυτά του ως «το πράσινο» και να το περιγράφουν ωφελιμιστικά, λες και βρίσκεται εκεί για αυτούς και μόνο!


Η κρίση που περνάμε είναι μία μεγάλη ευκαιρία να σταθούμε και να ξαναδούμε τη ζωή και τις αξίες που μέχρι σήμερα έδιναν νόημα στη ζωή μας. Και να εκτιμήσουμε εάν όντως δίνουν και σήμερα νόημα, ή μήπως χρειάζονται τροποποίηση, επαναδιαπραγμάτευση, ή απλά «πέταμα». Ναι, πέταμα. Αντικατάσταση. Χωρίς συναισθηματικές προσκολλήσεις, χωρίς ταυτίσεις. Δεν είμαστε οι αξίες μας – κληρονομιές είναι, και αν δεν μας κάνουν, αν μας βαραίνουν με χρέη, μπορούμε πάντα να κάνουμε αποποίηση.

Ισως να μην χρειαζόμαστε τόσα αγαθά μαζικής παραγωγής. Ισως να μη χρειάζεται να ζούμε στοιβαγμένοι σε μικρούς τετράγωνους χώρους «με όλα τα κομφόρ». Ισως να μη χρειάζεται να καθόμαστε το ένα τρίτο της ημέρας ακίνητοι μπροστά σε οθόνες. Ισως να μη χρειάζεται να γεμίζουμε το κεφάλι μας γνώσεις. Ισως να μη χρειαζόμαστε τόσα πτυχία, τόσα ρούχα, τόσα αντικείμενα. Ισως να χρειαζόμαστε περισσότερους φίλους, περισσότερο τραγούδι, περισσότερο παιχνίδι, περισσότερη σωματική εργασία, περισσότερη σιωπή. Ισως ο κόσμος να χρειάζεται περισσότερους αγρότες και καλλιτέχνες από ότι νομικούς, αστυνομικούς ή μάνατζερ. Ισως ο κόσμος να χρειάζεται περισσότερη ελευθερία, αγάπη, χάος, εμπιστοσύνη, αλληλεγγύη, μικρόβια και κοινόβια από ότι έλεγχο, τάξη, πειθαρχία, απολυμάνσεις, ασφάλεια, σύστημα και ομοιογένεια. Ισως η πραγματική μας ευτυχία να μην εξαρτάται από το πόσα έχουμε αλλά από την ποιότητα των σχέσεών μας. Ισως το μαρουλάκι που φρόντισε η γιαγιά μας με τα χεράκια της να μας χορταίνει περισσότερο από το κοτόπουλο που γεννήθηκε και πέθανε σε ένα κλουβί χωρίς να έχει δει ποτέ το φως  της μέρας. Ισως.



Το σίγουρο είναι ότι ο κόσμος που κληρονομήσαμε δεν είναι πια βιώσιμος. Ηρθε ο καιρός που πρέπει να κάνουμε ένα ανάλαφρο και υπεύθυνο βήμα μπροστά. Ν’ αλλάξουμε ζωή. Γιατί μπορούμε.

2 σχόλια:

  1. και ίσως χρειάζεται να μιλούμε πιο πολύ κι ακόμα πιο πολύ για τη γύρω μας πραγματικότητα, όπως εμείς τη βλέπουμε και την αισθανόμαστε χωρίς βελτιωτικές ουσίες μη και στενοχωρήσουμε, μη και στενοχωρηθούμε. Ίσως έτσι τολμήσουν κι ανοίξουν τα κλειστά τους παράθυρα και κάποιοι άλλοι και αντικρίσουν επιτέλους αυτό που αρνούνται, αυτό που φοβούνται να παραδεχτούν.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. φοβούνται να το παραδεχτούν γιατί πονάει, φυσικά, γιατί διαλύει την αίσθηση ασφάλειας που έχουν δομήσει - είναι σαν τις ενέσεις, πονάνε, παραβιάζουν την ασφάλεια που μας παρέχει το δέρμα μας, αλλά ενίοτε μας σώζουν τη ζωή

    ΑπάντησηΔιαγραφή