13 Μαρ 2023

Κυριακή στο Νέστο

 Με την καρδιά βαριά από τα τρέχοντα γεγονότα, και με πόνους αδιάγνωστους στο σώμα, κατευθύνθηκα προς το ποτάμι. Το νερό ξεπλένει πόνους και πληγές,και αφού το έχουμε κοντά,το αξιοποιώ όσο μπορώ. Το κλασικό διάσημο μονοπάτι είναι γεμάτο κόσμο, και αλλάζω δρόμο. Σήμερα ανάγκη είναι η σιωπή.


Χωρίς πρόγραμμα, χωρίς σκέψεις, μισοτραγουδώντας κάτι άσχετο, κάθομαι στην ακροποταμιά. Θυμάμαι έναν ήρωα της παιδικής μου ηλικίας,τον Χάκλμπερυ Φιν. Κλείνω τα μάτια και ακούω το νερό ξαπλωμένη στην άμμο. Τα νεροπούλια σιγά-σιγά ξεθαρρεύουν και έρχονται κοντά, λέγοντας τα δικά τους. Πού και πού ο ήλιος βγαίνει από τα σύννεφα, ζεσταίνει το πρόσωπό μου και τη ρητίνη από τα μπουμπούκια της λεύκας, που ευωδιάζουν. Υπάρχουν γιγάντιες λεύκες παντού, οι κορμοί τους αγκαλιασμένοι από τον κισσό.


Οι λεύκες (γένος Populus) είναι δέντρα με ιστορία και μυθολογία δική τους.Οι ιθαγενείς της  βόρειας Αμερικής τα θεωρούσαν δέντρα της ζωής και σκάλα για τον ουρανό, και οι Ρωμαίοι τα φύτευαν όπου θα συγκεντρώνονταν οι άνθρωποι (populus θα πει λαός,κόσμος) για την σκιά και τη δροσιά τους. Αγαπούν τα νερά, γι αυτό φύονται πλάι σε πηγές λίμνες και ποτάμια. Στην Κρήτη υπάρχει ο μύθος οτι ο Δίας γεννήθηκε κάτω από μία λεύκα πλάι στο Ιδαίο Αντρο. Στην Ελλάδα έχουμε τρία είδη: την ασημόλευκα (P. alba), τη μαυρολεύκη/καβάκι  (P. nigra) και πάνω στα βουνά έχουμε την τρέμουσα λεύκη (P. tremula) που τα άνθη της γίνονται ανθοϊαμαΜπαχ (aspen). Ανήκουν στην ίδια οικογένεια με τις ιτιές, Salicacae,κάτι που μαςλέει πως χρησιμοποιούνται και φαρμακευτικά λόγω των σαλικυλικών που περιέχουν.  Εδωκάτω στο ποτάμι είναι γεμάτο ασημόλευκες που ξεκινούν να ανθίζουν, και καβάκια που δεν άνοιξαν ακόμα τα μπουμπούκια τους.

ανθισμένη ασημόλευκα





Βολτάροντας λιγάκι στην ακροποταμιά, είδα τεράστια κλαδιά από καβάκια που τα είχε ρίξει ο άνεμος (ο μέγας κλαδευτής της φύσης) γεμάτα μπουμπούκια. 
 


Ο μέσος βοτανοθεραπευτής στην Ελλάδα δεν μιλά ποτέ για τα μπουμπούκια της λεύκας, αλλά οι Αμερικάνοι συνάδελφοί του δεν φείδονται αναρτήσεων που εξαίρουν τις ευεργετικές φαρμακευτικές τους ιδιότητες. Οι αμερικάνοι γνωρίζουν τις λεύκες ως cottonwood, "βαμβακόδεντρα", γιατί αργότερα την άνοιξη διασπείρουν τους σπόρους τους σαν χνούδι στον άνεμο. Το δε "βαμβάκι" αυτό, όταν ξεραθεί, είναι εξαιρετικό προσάναμμα (αν δεν θέλουμε να  χρησιμοποιούμε τα χημικά του εμπορίου για τιςσόμπες και τα τζάκια μας). Εχοντας κατακλυστεί αυτές τις μέρες από αναρτήσεις αμερικάνων βοτανοθεραπευτών σχετικά με τις υπέροχες ιδιότητες των μπουμπουκιών της λεύκας, είπα να μαζέψω κι εγώ λίγα, να φτιάξω λάδι και βάμμα.
Τα μπουμπούκια της λεύκας, λοιπόν, έχουν μία ρητίνη (η οποία "λεκιάζει" μυρωδικά τα δάχτυλα που τα μαζεύουν) που: είναι αντιμικροβιακή, αντιμυκητιακή, έχει αναλγητικές ιδιότητες για το δέρμα και τους μύες, και, όπως ανακάλυψε η υπέροχη Rosalee de la Foret, λειτουργεί σαν συντηρητικό στις κηραλοιφές γενικότερα. Φυσικά, μυρίζει υπέροχα! Το βάμμα μεταξύ άλλων χρησιμοποιείται για να διαλύσει την πυκνή βλέννη που δημιουργείται στις διάφορες βρογχικές παθήσεις.


Το κάθισμα στην ακροποταμιά, και το μάζεμα των μπουμπουκιών της λεύκας είναι διαδικασίες διαλογιστικές. Ο χρόνος σταματάει με τον ήχο του νερού και τα παιχνίδια του ήλιου, σε συγκέντρωση και σιωπή. Δεν ξέρω άλλο καλύτερο φάρμακο για να ξεπλύνει και να απαλύνει το βάρος των ημερών από την επαφή με την ομορφιά και αυτό το άχρονο.
Οι δρόμοι και οι πλατείες στους οποίους βρεθήκαμε μαζί οι περισσότεροι, με τα τραγούδια τα πανώ τις σιωπές και τα κεράκια μας βοηθούν στην ανακούφιση του συλλογικού μας πένθους. Μαζί πενθούμε τα συλλογικά μας τραύματα, και έτσι πρέπει. Μαζί και γιορτάζουμε τις χαρές μας. Είμαστε όντα φτιαγμένα για το μοίρασμα και το  μαζί. Η μόνωση και η σιωπή, στη φύση ή στο σπίτι, όμως, μας φέρνει κοντύτερα σε εκείνο το στοιχείο μέσα και έξω μας που  μας υπερβαίνει, μας τρέφει πνευματικά, και μας γαληνεύει την ψυχή ώστε να μπορούμε να δράσουμε με νηφαλιότητα και σοφία.



Γύρισα σπίτι την ώρα που βράδιαζε και κρύωνε ο αέρας, με ένα σακουλάκι γεμάτο ευωδιαστά μπουμπούκια, χέρια που κολλούσαν από τη ρητίνη, λίγες φωτογραφίες και βιντεάκια με το κύλισμα του νερού. Ησυχη. Στο μονοπάτι μου, παρότι λίγες εκατοντάδες μέτρα από το χωριό Παράδεισος, συνάντησα έναν ψαρά και πολλά νεροπούλια. 
Γυρνώντας, είπα στον σύντροφό μου: "Αν κάθομαι 2 ώρες κάθε μέρα πλάι στο Νέστο έτσι, για καμιά βδομάδα ή δέκα μέρες, θα γίνω καλά!" Γιατί δεν είμαι! Νοσώ, ψυχικά, γιατί νοσούμε συλλογικά. 12 χρόνια τώρα η κοινωνία μας πάει από συλλογικό τραύμα σε συλλογικό τραύμα αδιάκοπα και αναπόδραστα: τα μνημόνια, η βία, το όχι που έγινε ναι, το προσφυγικό, ο κόβιντ, η επαπειλούμενη λεηλασία των βουνών και των νερών μας, μία σχεδόν συνεχής αίσθηση κοινωνικής αδικίας... Και φυσικάδεν συζητώ για τα προσωπικά και οικογενειακά τραύματα και απώλειες που κι αυτά είναι αναπόδραστα στη ζωή όλων μας, και θέλουν το δικό τους χρόνο και ενέργεια για τη διαχείριση.


Μ' αυτά και μ' εκείνα,  νιώθω ευγνώμων για τη ζωή. Για το ποτάμι, τα δέντρα, την άνοιξη, τη σιωπή. Και ευγνώμων προς τους ανθρώπους που μάχονται με το λόγο τους, τα τραγούδια τους, την παρουσία τους στο δρόμο και παντού: είναι τα αντισώματα της  ανθρωπότητας και της Γης, που πολεμούν για την υγεία ανθρώπου και πλανήτη. Τα έχουμε ανάγκη, αν μη τι άλλο γιατί δεν έχουμε όλοι την πολυτέλεια του χρόνου παρέα με τα νερά τα πουλιά και τα δέντρα!



4 Ιουλ 2022

Μεσοκαλόκαιρο θα πει...


 




Ζωντανός κήπος. Οτι έσπειρες το χειμώνα ή την άνοιξη, τώρα θάλλει. Θάλλει τρελλά. Ακόμα και τα άσπαρτα (βλήτα, λουβουδιές, αγροστώδη ων ουκ έστιν αριθμός) μεγαλώνουν και θέλουν να καταλάβουν το κάθε τετραγωνικό εκατοστό του κήπου- η χαρά του ξεβοτανιστή, τι να λέμε). Ηλιος και νερό τρέφουν τους ιστούς και τα πνεύματα των λουλουδιών και δεν κρατιούνται. Ανοίγουν στο φως, ζουμερά σε όλη τους τη δόξα. Κολοκυθοκορφάδες ανοιχτές σαν αστέρια κάθε πρωί, τα φυτά τους να περπατούν εξερευνώντας τον κήπο (μέχρι να τον καταλάβουν ολόκληρο;), το πορτοκαλί σε όλη του τη δόξα: καπουτσίνοι, κατηφέδες, καλέντουλες, κόσμος, ημεροκαλίς, και, στον κήπο μας μία πορτοκαλιά τριανταφυλλιά.



Τα πουλάκια στις φωλιές τους σκούζουν επικίνδυνα για φαγητό. Γίνονται στόχος για γάτες και αρπακτικά, και οι πτηνογονείς δεν προλαβαίνουν να φέρνουν σκουληκάκια και έντομα για να ταϊσουν τα πεινασμένα. Και για ξεκάρφωμα τιτιβίζουν και αυτοί στη διαπασών για να στρέψουν επάνω τους την προσοχή των επίδοξων θηρευτών. Οι θηρευτές δεν πάνε πίσω - έχουν κι εκείνοι στόματα να θρέψουν.Η μαμά-κουκουβάγια κάνει πρωινές υπερωρίες προκειμένου να ταίσει τα ασκημοχνουδομωρά της και να τα προστατέψει από τα γεράκια.




Ατέλειωτα μεγάλες μέρες, μικρές μαγικές νύχτες.Ο Σαίξπηρ δεν έγραψε τυχαία το "Ονειρο Θερινής Νυκτός" ('όνειρο μεσοκαλοκαιριάτικης νύχτας', κατά λέξη) για μία τέτοια νύχτα. Στο έργο του ερωτεύονται οι άνθρωποι, ερωτεύονται και οι νεράιδες, και τα ξωτικά - τα παιχνιδιάρικα πνεύματα της φύσης - κάνουν τα δικά τους κόλπα. Το μεσοκαλόκαιρο όπως ακριβώς και το μεσοχείμωνο είναι στιγμές όπου ο χρόνος φαίνεται να σταματά (τα λέμε και Ηλιο-στάσια) και να κάνει χώρο να μπει το "εκτός χρόνου", η "ασυνήθιστη πραγματικότητα" (που λένε οι σαμάνοι), ο "ονειροχρόνος" (που λένε οι Αβορίγινες). Ενας ενδιάμεσος χωροχρόνος όπου για λίγες ώρες όλα φαίνονται πασπαλισμένα με νεραϊδόσκονη. Τώρα γεννιούνται και λέγονται τα παραμύθια, οι μαγικές αυτές ιστορίες που φτιάχνουμε και λέμε για να θρέψουμε την ψυχή μας, και τιμή σε όσ@ κρατούν αυτές τις παραδόσεις και δεν αφήνουν την ψυχή μας να στενέψει μέσα στο καλούπι του υλισμού.


Δάση σκοτεινά, με ακτίνες φωτός να παίζουν στον υπόροφο. Δάση δροσερά γεμάτα μανιτάρια και ίχνη άγριων ζώων. Αλλά κανείς δεν σκιάζεται κανέναν. Είναι η ώρα της αφθονίας της τροφής: για τους ανθρώπους, τις αρκούδες, τους ασβούς, τις αλεπούδες. Γιορτή.


Αγρια συλλογή: οι πρώτοι καρποί που βρίσκουμε ώριμους είναι τα κορόμηλα και τα βύσσινα. Τόσες ξεχασμένες κατάφορτες κορομηλιές και βυσσινιές σε παρατημένα οικόπεδα ή στις άκρες επαρχιακών δρόμων, σε μέρη που παλιά ανθούσαν οικισμοί και σήμερα περνούν μόνο βοσκοί ή ορειβάτες. Μαζεύουμε σπαθόχορτο (το αρχέτυπο άνθος της εποχής!), φλώμο, σιδερίτη (τσάι του βουνού), αγριμόνιο, αχιλλεία, μέντα, ακακία Κωνσταντινουπόλεως, ότι υπάρχει και ότι ξέρουμε: για βάμματα, τσάγια, λάδια που θα θεραπεύσουν σώμα και νου τους μήνες που θα 'ρθουν. Συλλέγουμε με αγάπη και ευγνωμοσύνη, όσο χρειαζόμαστε ακριβώς και ούτε φυλλαράκι παραπάνω. 


Παγωμένες σπιτικές λεμονάδες, σιρόπι σαμπούκου που το αραιώνεις με κρύο ανθρακούχο νερό. Τα πρώτα αμπελοφάσουλα. Οι γεύσεις του καλοκαιριού. Παγωτά. Πρώιμα καρπούζια από τον πλανόδιο μανάβη.

Οι πρώτες ζέστες, τα πρώτα μπάνια.


Η ανεξήγητη θλίψη του καλοκαιριού - "but there ain't no cure for the summertime blues", λέει το τραγούδι. Οι ευαίσθητοι άνθρωποι που δεν πολυαντέχουν την έκθεση και το πολύ "έξω" που σου επιβάλει ο αίθριος καιρός συχνά ζορίζονται, και η καταπίεση της εποχικής αυτής θλίψης είναι βασανιστική. Ολοι περιμένουμε πώς και πώς το καλοκαίρι "για να ξεσκάσουμε", και η θλίψη αυτή είναι ακατανόητη. Αλλά υπάρχει, κυκλοφορεί αθέατη ανάμεσά μας.


Τριαντάφυλλα. Στο βορρά ο Ιούνιος είναι ο μήνας τους. Περπατάς στα χωριά και οι κήποι ευωδιάζουν. Αυτό το ρόδο το μυστηριώδες που σε τραβάει μέσα του σε μία σπείρα ευαίσθητη που σου ανοίγει την καρδιά. Είναι η ώρα να γίνει το γλυκό του κουταλιού, η μαρμελάδα που θα κλείσει μέσα της τη χαρά και την ελαφράδα του καλοκαιριού, και θα σου τη θυμίσει στη σκοτεινιά του χειμώνα.



Ανθοϊάματα. Με τον ήλιο σε όλη του τη δόξα και τη δύναμη, τα ιάματα που γίνονται αυτή την εποχή έχουν μία ιδιαίτερη δύναμη δράσης.  Είναι η εποχή που όλοι μπορούμε να φτιάξουμε ανθοϊάματα από τα άνθη που μας εμπνέουν, και να τα πιούμε στην υγειά μας και στην υγειά της Γης. Φως, άνθος, αεράκια, και νερό, ιδού τα τέσσερα στοιχεία τους, και δεν υπάρχει άνθρωπος πάνω στη γη που να μην τον αγγίζει η αγνή τους αλχημεία.



Σταματώ, κάνω μία παύση κι εγώ, σαν τον ήλιο. Με το φως του φωτίζω τα σκοτάδια μου, κοιτάζω μέσα μου βαθειά: να δω τι έσπειρα, τι αναπτύσσεται στον κήπο της ψυχής μου, τι μεγαλώνει, τι θέλει φροντίδα, θρέψη και ξεβοτάνισμα. Πλησιάζει η εποχή της συγκομιδής, και πρέπει να κάνω ένα βήμα πίσω, μια μικρή αποτίμηση των μέχρι τώρα οραμάτων, σχεδίων, και πρακτικών. Να δω τα λουλούδια, να δω και τα ζιζάνια,να δω τους καρπούς που ωριμάζουν στους δικούς τους χρόνους. Ολα κάτι έχουν να μου πούν, και πρέπει να τα ακούσω και να πράξω ανάλογα.




Οι ισημερίες είναι μέρες ξεκινήματος, τα ηλιοστάσια είναι ημέρες σιωπής. Η περιστροφή του πλανήτη μας γύρω από τον ήλιο και η εναρμόνισή μας με τους ρυθμούς του μας κάνει κοινωνούς της μουσικής του. Και πόσο το έχουμε ανάγκη αυτό!



3 Μαρ 2021

Τσιντόνια

 

Chaenomeles speciosa

Πανσέληνος Φλεβάρη, σε χωριουδάκι πλάι στη Δράμα. Η τελευταία ηλιόλουστη μέρα της εβδομάδας, λένε τα δελτία, στο μεταίχμιο ανάμεσα χειμώνα και άνοιξη. Τα μεταίχμια είναι ο τόπος που παντρεύονται δύο καταστάσεις, δύο διαφορετικά περιβάλλοντα, είναι ένας οικοτόνος - το edge (όριο, περιθώριο) για το οποίο μιλά τόσο πολύ η περμακουλτούρα.

Η τσιντόνια στην Ελλάδα είναι φυτό καλλωπιστικό. Παλαιότερα ήταν περισσότερο της μόδας και το έβαζαν οι κηποτέχνες στα κηπάρια των πολυκατοικιών των προαστείων - στη νότια Ελλάδα είναι μία ζωηρή πινελιά μέσα στον σκοτεινό χειμώνα. Στη βόρεια Ελλάδα η άνθιση αργεί, αλλά και πάλι έρχεται σε μια εποχή που τα μόνα άνθη που ξεπροβάλλουν δειλά στις πόλεις είναι τα κίτρινα ραδίκια.

Εχω έρθει στον κήπο της Νότας στους Σιταγρούς, να περάσω ένα πρωινό φτιάχνοντας ανθοϊαμα τσιντόνιας. Η Νότα λείπει στην Αθήνα, το σπίτι της διψάει για ήλιο και ζέστη, χαίρεται κι αυτό καθώς ανοίγουν τα πορτοπαράθυρα και σκουπίζεται η αυλή από τα ξερά του χειμώνα.


Το ίαμα της τσιντόνιας θέλω χρόνια να το φτιάξω. Οντας για κάποια χρόνια "αρχηγός μονογονεϊκής οικογένειας" έπρεπε να είμαι συγχρόνως μαμά και μπαμπάς μέσα στο σπίτι, να φροντίζω τρυφερά και να βάζω όρια συγχρόνως, να νταντεύω και να μαλώνω. Και όλο αυτό να το ισορροπώ όχι μόνο εντός αλλά και εκτός, κάτι που μάλλον δεν κατάφερα και πολύ. Αυτό ακριβώς είναι το θέμα που ήλπιζα να διαχειριστώ με την τσιντόνια. Οπως λέει η βιβλιογραφία, βοηθάει όταν υπάρχει "αλλοιωμένη σύνδεση με τον αρσενικό Εαυτό ή animus" και δίνει "ισορροπία της αρσενικής δύναμης δράσης με την θηλυκή δύναμη φροντίδας" (Flower Essence Repertory, R. Katz and P. Kaminski, 2004). Πρόκειται για μία σύνθεση αρχετύπων που νιώθω οτι είναι γενικό ζητούμενο για την εποχή μας. 

Κάθισα πλάι στο φυτό στον ήλιο, έκλεισα τα μάτια μου, και άφησα το πεδίο της καρδιάς μου να το αγκαλιάσει. Αφέθηκα στη ζωογόνα ζέστη και στις εικόνες που γεννήθηκαν μέσα μου σαν σε όνειρο. Πού και πού άκουγα το κλιπ-κλιπ από το κλαδευτήρι του συντρόφου μου που περιποιόταν τις αγαπημένες του τριανταφυλλιές. Και όταν γέμισα εικόνες σηκώθηκε ένα αεράκι τόσο δα, φόρεσα το λουλουδάτο σάλι, και ξεκίνησα να γράφω στο πράσινο δερματόδετο σημειωματάριο που έχω για τη σοφία των φυτών.


Γιαπωνέζικο κυδώνι. Γερά ορθά κοτσάνια, ξυλώδη σαν λεπτοί κορμοί - και τα άνθη ένα παράξενο ροζοκόκκινο που όταν φωτίζονται κόντρα από τον ήλιο λάμπουν ένα βαθύ κοραλλί. Το χρώμα της συνεργασίας και της συνεξάρτησης σύμφωνα με το Aura Soma, το χρώμα της ενσωμάτωσης και της σύνθεσης των ενεργειών. Με φωνάζει από μακριά. Μου λέει για μια αγάπη στιβαρή και γερή, γειωμένη και δυνατή, μπράτσα που δουλεύουνε τη γη για να φροντίσουν οικογένειες. Οπως ετούτο το προσφυγικό χωριό, που γεννήθηκε μέσα στη λάσπη πριν 100 χρόνια. Ακούω τις μέλισσες που ζουζουνίζουν μέσα στα άνθη. Ακούω έναν σταθμό με ποντιακά που παίζει από κάποιο ανοιχτό αυτοκίνητο δύο τετράγωνα πιο κάτω. Η δύναμη του μόχθου και της αγάπης γέννησε το χωριό αυτό, η βούληση και το πείσμα των ποντίων προσφύγων για να ζήσουν. Η αγάπη για την οικογένεια γέννησε το μόχθο για την επιβίωση και την ευημερία.

Η τσιντόνια ακτινοβολεί ομορφιά και ισχυρή παρουσία. Αυτή την ώρα το φυτό είναι το πιο εξέχον όν ολόκληρου του κήπου, είναι η μεγάλη του ώρα που δεσπόζει, ένας φλεγόμενος ορθόκλαδος θάμνος. Η βουλητική δύναμη του Αρη, η ομορφιά της Αφροδίτης, το πάντρεμα των αρχετύπων. Αγάπη και βούληση, δύναμη και νοιάξιμο. Την Αφροδίτη τη συνδέουμε με το ρομαντισμό συνήθως - μα δεν υπάρχει ρομαντισμός εδώ! Το ροζ είναι έντονο, κοντεύει κόκκινο, θυμίζει το χρώμα της κόκκινης ιπποκαστανιάς#.


Εντονο το στοιχείο της γης, αλλά και του αέρα. Οι ρίζες βαθιές, αλλά η υπέργεια κίνηση είναι σαφώς προς τον ουρανό. Δεν έχει πλάγιους κλάδους. Τα μπουμπούκια βγαίνουν ολοστρόγγυλα σε συστάδες των 3 έως 5, και τα άνθη έχουν 5 πέταλα. Οικογένεια ροδανθών, φυσικά, και όπως όλα τα άνθη της που γίνονται ιάματα ψυχής, μιλά για τα θέματα που αντιμετωπίζει η ψυχή που ενσαρκώνεται στον υλικό κόσμο. Ετούτο εδώ το πλάσμα διδάσκει τη σύνθεση δύο φαινομενικά αντιμαχόμενων αρχετύπων. Μιλά για έναν Ιερό Γάμο που γίνεται εδώ στη Γη, και υπηρετεί τον άνθρωπο. Οχι την "Ιδέα Ανθρωπος" για την οποία μιλούν οι μεταφυσικοί φιλόσοφοι, αλλά τον άνθρωπο με σάρκα και οστά: που πρέπει να εκπαιδεύσει και να εκπαιδευτεί, που πρέπει να φάει και να πιεί, να φροντίσει και να φροντιστεί, να παλέψει και να αγαπήσει στο εδώ και στο τώρα. "Η ζωή είναι αγώνας", λέει ο Αρης. "Η ζωή είναι αγάπη και φροντίδα", λέει η Αφροδίτη. "Είμαστε ένα", λένε μαζί. Απαλότητα και δύναμη. Αντρας και γυναίκα. Animus et Anima.

Και όλο αυτό αποτυπώνεται στο νερό με τη βοήθεια του ήλιου. Τι θαύμα.


Η ώρα πέρασε. Λίγος καφές στο θερμός, λίγο αέρισμα στο σπίτι, λίγο γράψιμο, λίγο σκούπισμα, λίγο χάζεμα στα βιβλία της φιλενάδας μου (ισχυρά μαγνητικά πεδία οι βιβλιοθήκες που ποτέ δεν μπόρεσα να τους αντισταθώ), λίγο ξεβοτάνισμα από δω κι από κει, λίγη φωτογράφιση. Ωρες μαγικές που χώρεσαν πολλά, μέσα στον ήλιο και την ησυχία του μικρού χωριού. Κάθομαι πλάι στο μπωλάκι όπου το νερό της πηγής μεταμορφώθηκε σε ίαμα, ευγνώμων ήσυχη και ευτυχής.





#Κόκκινη ιπποκαστανιά, το red chestnut από τα ιάματα Bach.

11 Φεβ 2021

Ενα Όνειρο για τη Δράμα

 

Πάρκα με αιωνόβια πλατάνια, βελανιδιές, φλαμουριές, κουφοξυλιές, φτελιές. Ακούγονται χιλιάδες πουλιά, η άνοιξη έρχεται με ευωδιές, και το καλοκαίρι όλη η πόλη είναι μία δροσερή όαση μέσα στον ηλιοκαμμένο κάμπο. Σε κάθε γειτονιά μικρά πάρκα με ανθισμένα παρτέρια που τα φροντίζουν συνεργατικά οι γείτονες είναι ευκαιρίες για κοινωνικότητα, άσκηση, ψυχαγωγία και ευκαιρίες παιδαγωγικού παιχνιδιού για τα μικρά παιδιά. Στα πάρκα αυτά ξύλινοι καλαίσθητοι κομποστοποιητές δέχονται τα ξερά φύλλα του φθινοπώρου και τα υπολείμματα από τις κουζίνες της γειτονιάς. Όλοι πια οι γείτονες γνωρίζουν πώς γίνεται το καλό κομπόστ, όλοι το «ταϊζουν», και μια φορά το χρόνο το ανοίγουν και το μοιράζονται για τους κήπους τους και τα κοινά παρτέρια. Η ενασχόληση με τα κοινόχρηστα πάρκα γίνεται ευκαιρία για φιλική κουβέντα και άσκηση αληθινής πολιτικής: συζητήσεις και διάλογοι που οδηγούν στη λήψη αποφάσεων για το κοινό καλό. Πάνε χρόνια τώρα που οι δημότες ψηφίζουν με γνώμονα όχι τους ωραίους εμπνευσμένους λόγους και τις εντυπωσιακές φωτογραφίες των υποψηφίων, ούτε με τη λογική της ‘ανάθεσης έργου’, αλλά σύμφωνα με την ικανότητα που έχουν οι εκάστοτε υποψήφιοι για αληθινή ενσυναισθητική ακρόαση και συμπεριληπτικότητα όλων των φωνών και των αναγκών της πόλης.

Ο δήμος πήρε ευρωπαϊκή επιδότηση για ανανεώσιμη ενέργεια, και αγόρασε για όλες τις ταράτσες της πόλης φωτοβολταϊκά πάνελ και μπαταρίες. Όλα τα δημόσια κτίρια, όλα τα σχολεία, αλλά και όλα τα νοικοκυριά έχουν πλέον το δικό τους ανεξάρτητο ρεύμα, το οποίο και αυτοδιαχειρίζονται με επιτυχία. Σε όλα τα σπίτια επίσης δόθηκαν δεξαμενές νερού οι οποίες γεμίζουν από τις υδροροές με τη βροχή, και έτσι υπάρχει άφθονο ποτιστικό νερό για τους κήπους το καλοκαίρι. Κάποια σπίτια μάλιστα ζήτησαν και δεύτερη, με τη λογική να γεμίζουν το καζανάκι τους με δωρεάν νερό. Φυσικά η διαχείριση του νερού γίνεται από επιτροπή πολιτών η οποία εκλέγεται ανά δύο χρόνια από ολόκληρη την πόλη. Η επιτροπή αυτή δεν λογοδοτεί μόνο για το πόσιμο νερό, αλλά και για την κατάσταση των ρεμάτων των πηγών και των χειμάρρων που διατρέχουν την πόλη – τα οποία διατηρούνται καθαρά και οι όχθες τους έχουν διαμορφωθεί σε χώρους περιπάτων αναψυχής. Είναι χώροι που γεμίζουν από νεαρές οικογένειες που βγαίνουν για να περπατήσουν και να ακούσουν τα πάμπολλα είδη υδρόβιων πουλιών που ζουν πλέον εκεί. Τα ρέματα έχουν πλέον νερό όλο το χρόνο. Πού και πού κάποιοι ηλικιωμένοι κάθονται σε παγκάκια και ψαρεύουν με  καλάμι ή μαθαίνουν τα εγγόνια τους να ψαρεύουν με την απόχη.

Πριν κάποια χρόνια αγοράστηκαν όλα τα ετοιμόρροπα νεοκλασικά σπίτια της πόλης από το δήμο, και η μελέτη της αναστήλωσής τους δόθηκε ως πτυχιακές εργασίες σε φοιτητές των Πολυτεχνικών σχολών της Θεσσαλονίκης και της Αθήνας. Δεκάδες τελειόφοιτοι πολιτικοί μηχανικοί και αρχιτέκτονες πέρασαν τον χρόνο της εκπόνησης των μελετών τους στην πόλη για να μυηθούν στην ιστορία των κτιρίων που αναστήλωναν και ανακαίνιζαν, κάποιοι και καθ’ όλη τη διάρκεια των εργασιών. Τα ανακαινισμένα νεοκλασικά μετατράπηκαν σε ξενώνες και διαμερίσματα για τους επισκέπτες της πόλης. Υπήρχε πλέον λίστα αναμονής για φιλοξενία σε αυτά, μια που η Δράμα ήταν η πρώτη πόλη που εμπνεύστηκε και εφάρμοσε κάτι τέτοιο. Πέραν της εισροής ταξιδιωτών, ερευνητών, και εξεχόντων προσωπικοτήτων στην πόλη που ήθελαν να ζήσουν μαζί την πολυτέλεια και ένα μικρό ταξίδι στο χρόνο, το εγχείρημα αυτό δημιούργησε πληθώρα θέσεων εργασίας, ανανεωμένη περηφάνια για την ιστορία της πόλης, και σημαντικά έσοδα για τον δήμο.

Με τα έσοδα αυτά ο δήμος μπόρεσε να μειώσει τα δημοτικά τέλη και να χτίσει ένα εξαιρετικό δημοτικό θέατρο, που για χρόνια ήταν πάγιο αίτημα των δημοτών. Για τη μελέτη και την κατασκευή του θεάτρου συνεργάστηκαν οι τοπικές θεατρικές ομάδες με τη σχολή Αρχιτεκτονικής του ΑΠΘ, όπως επίσης και με τους Δραμινούς αποφοίτους της τοπικής σχολής Αρχιεκτονικής Τοπίου, που γνώριζαν καλά την πόλη τους και την αισθητική της. Στο δημοτικό θέατρο στεγάζονται όλες οι θεατρικές ομάδες της Δράμας, όπως και ομάδες δραματοθεραπείας και ψυχοδράματος. Χάρη στην εξαιρετική κατασκευή του, πολλοί θίασοι των μεγάλων πόλεων το προτιμούν και χαίρονται να δίνουν παραστάσεις. Δεν περνά ούτε μία εβδομάδα μέσα στο χρόνο χωρίς κάποια μικρή ή μεγάλη θεατρική παράσταση.

Ένα μεγάλο μέρος του κέντρου της πόλης πεζοδρομήθηκε (εκτός των πολύ πρωινών και βραδινών ωρών για την τροφοδοσία των καταστημάτων). Για όσους δυσκολεύονταν στο περπάτημα υπήρχαν ποδήλατα, τρίκυκλα, και ηλεκτρικά σκούτερ με καλαθούνες για τα ψώνια, τα οποία λειτουργούσαν με κάρτα. Η κάρτα δινόταν σε όλους τους δημότες δωρεάν, και οι επισκέπτες μπορούσαν να ‘νοικιάζουν’ κάρτα με την ώρα ή τη μέρα από τα περίπτερα.

Προκειμένου να υπάρχει εργασία αλλά και περισσότερος ελεύθερος χρόνος για όλους θεσπίστηκε η τριήμερη εργασία. Κάτι που ξεκίνησε ως πειραματική συνθήκη στην πόλη της Δράμας εξελίχθηκε σε πανελλαδική πρακτική, από την οποία όλοι ωφελήθηκαν. Πατάχθηκε όχι μόνο η ανεργία και η διαρροή ανθρώπινου δυναμικού στο εξωτερικό, αλλά και η κατάθλιψη που μάστιζε για πολλά χρόνια τόσο την πόλη όσο και τη χώρα ολόκληρη.

Τα σχολεία της Δράμας απέκτησαν τους πιο χαρούμενους μαθητές. Δεν αυξήθηκαν μόνο οι εκδρομές και οι αληθινά εκπαιδευτικοί περίπατοι με ειδικούς παιδαγωγούς μέσα στο καθημερινό πρόγραμμα, αυξήθηκε και ο χρόνος που περνούσαν τα παιδιά στους αύλειους χώρους του σχολείου: δημιουργήθηκαν κήποι λαχανικών και βοτάνων, φυτώρια δέντρων, υπαίθρια γυμναστήρια, πέργολες κάτω από τις οποίες γινόταν το μάθημα και οι εργασίες των παιδιών όταν το επέτρεπε ο καιρός και το θέμα. Εγινε πράξη η συνεργατική βιωματική μάθηση, η αλληλοδιδακτική, και η διαθεματική διδασκαλία. Δημιουργήθηκαν επιτροπές μαθητών-εκπαιδευτικών για διάφορα θέματα που αφορούσαν τόσο την εκπαιδευτική διαδικασία όσο και την ίδια την σχολική κοινότητα. Τα παιδιά απέκτησαν λόγο για το πώς ήθελαν να είναι, να λειτουργεί, να διοικείται το σχολείο τους, και έτσι απέκτησαν ευθύνη: ευθύνη για τη μάθηση, το κτίριο, και ο ένας για τον άλλον. Οι ενδοσχολικές σχέσεις εξομαλύνθηκαν, ενισχύθηκε ο αμοιβαίος σεβασμός, και οι όποιες συγκρούσεις προέκυπταν λύνονταν από ομάδες ομότιμων διαμεσολαβητών, ειδικά εκπαιδευμένων στην επίλυση συγκρούσεων. Το σχολείο έγινε χώρος δημιουργίας και χαράς, και δεν ξανακούστηκε ποτέ περιστατικό βίας ή χρήσης ουσιών.


Οι Τέχνες μπήκαν στα σχολεία δυναμικά, ειδικά το θέατρο η μουσική και τα εικαστικά. Δεν ήταν λίγες οι φορές που παρέες μαθητών αποφάσιζαν να κάνουν μίνι συναυλίες στο πάρκο της γειτονιάς τους, ή να ανεβάσουν σκετσάκια, ή να κάνουν πρότζεκτ φωτογραφίας κάνοντας πορτραίτα των γειτόνων-κηπουρών ή των παππούδων τους. Θεσπίστηκε ο μήνας τοπικής  ιστορίας όπου μαθητές έπαιρναν συνεντεύξεις από τους παππούδες και τις γιαγιάδες τους, ή τους καλούσαν μέσα στην τάξη τους για να μιλήσουν για κάποιο σημαντικό γεγονός που έζησαν ή το πώς ήταν η ζωή στα νειάτα τους. Στο τέλος του χρόνου δημιουργούσαν ταινίες ή βιβλία με τις ιστορίες που μάζευαν, γνωρίζοντας ότι αυτά ουσιαστικά θα αξιοποιηθούν από τα δικά τους παιδιά και εγγόνια, και έτσι δεν θα χαθεί η συνέχεια της ιστορίας της πόλης και των χωριών της.

Το σχολείο επίσης οργάνωνε Σαββατοκύριακα ή και ολόκληρες εβδομάδες υπαίθριας διαβίωσης στα δάση και στα βουνά του νομού, με ειδικούς εκπαιδευτές, προκειμένου να γνωρίσουν και να αγαπήσουν οι μαθητές τη φύση της πατρίδας τους. Κάθε βράδυ, γύρω από τη φωτιά, γίνονταν συζητήσεις για τα όνειρα και τις κοσμοθεωρίες των παιδιών και όχι μόνο: εκεί μάθαιναν τα παιδιά και χαίρονταν οι μεγάλοι τη δύναμη της κοινότητας, του λόγου, και του αλληλοσεβασμού. Στις «εκδρομές» αυτές τα παιδιά μάθαιναν βιωματικά και συνεργατικά οικολογία, φυσική, χημεία, μετεωρολογία, μαθηματικά, αλλά και μαγειρική, λογοτεχνία, μουσική, και φιλοσοφία. Ίσως όμως το πιο σημαντικό μάθημα, όπως έλεγαν μαθητές και εκπαιδευτές, ήταν η αξία της κοινότητας, η φροντίδα του ενός για τον άλλον και ο συνταιριασμός των δεξιοτήτων του καθενός για να παραχθεί έργο και αρμονία. Εκεί γεννιόντουσαν και οι μεγάλες αγάπες.

Το Δασαρχείο ήταν η πλέον εξέχουσα υπηρεσία της Δράμας, για την οποία διαγκωνίζονταν οι καλύτεροι δασολόγοι της Ελλάδας. Η μοναδικότητα των οικοσυστημάτων της την έκανε ένα μέρος ζηλευτό για τους ερευνητές και τους λάτρεις της φύσης. Υπήρχαν ειδικοί δασολόγοι που διέμεναν εκ περιτροπής σε δασικά καταλύματα, φύλακες της χλωρίδας και της πανίδας, και πρόθυμοι ξεναγοί στους εποχιακούς επισκέπτες. Θεωρείτο μεγάλο προνόμιο να έχει υπηρετήσει κάποιος σε αυτό το πόστο, μια που η εκπαίδευση που λάμβαναν οι δασολόγοι περιλάμβανε τα παιδαγωγικά και την προφορική αφήγηση, και έτσι γίνονταν ανάρπαστοι ως εκπαιδευτικοί εάν αποφάσιζαν να αποσυρθούν από τα δάση. Η «άγρια διαβίωση» ήταν ο μεγαλύτερος πόλος έλξης για την περιοχή, και πολλές υπηρεσίες αναπτύχθηκαν γύρω από αυτό.

Τα λατομεία σταμάτησαν τις εργασίες τους με κοινή απαίτηση των πολιτών, για την προστασία του υδρολογικού κύκλου και των ευαίσθητων οικοσυστημάτων της περιοχής. Άλλοι χώροι φυτεύτηκαν με δασικά δέντρα και θάμνους, άλλοι έγιναν θεατράκια και χώροι αναψυχής, και άλλοι έγιναν γεωπάρκα (κάποια μάλιστα εντάχθηκαν στη λίστα Παγκόσμιας Φυσικής Κληρονομιάς της Ουνέσκο) δεδομένης της πλούσιας βιοποικιλότητας και των ιδιαίτερων γεωλογικών σχηματισμών τους. Λόγω της αυξημένης επισκεψιμότητας ανθρώπων από όλον τον κόσμο, που έρχονταν να θαυμάσουν, πχ, τα φυτά που επέζησαν της εποχής των παγετώνων, δημιουργήθηκαν ευκαιρίες εργασίας για οικοξεναγούς και μικρά ποιοτικά καταλύματα στα γύρω χωριά.


Στον χώρο που άλλοτε λατρεύτηκε ο Διόνυσος δημιουργήθηκαν νέοι αμπελώνες, με παλιές και νέες ποικιλίες σταφυλιών. Καθιερώθηκε η βιοδυναμική καλλιέργεια και οινοποιία προκειμένου να αναδειχθεί το terroir της περιοχής. Τα κρασιά της Δράμας σάρωναν τα διεθνή βραβεία για τη μοναδικότητά τους, και ο τόπος έγινε πόλος έλξης για οινολόγους και γευσιγνώστες από παντού. Χάρη στο ότι μία ολόκληρη περιοχή καλλιεργείτο βιοδυναμικά από όλους τους οινοπαραγωγούς, η Δράμα είχε πολλά να συνεισφέρει στη διεθνή κοινότητα και φιλοξένησε πολλά συνέδρια βιοδυναμικής γεωργίας και οινοποιίας (προνόμιο που μέχρι τότε είχε μόνο η Γαλλία και η Αμερική). Ο θεός Διόνυσος δεν έφυγε ποτέ από αυτά τα χώματα.

Δημιουργήθηκε σχολή εθνολογίας και λαογραφίας όπου ερευνώνταν και διδάσκονταν τα τοπικά έθιμα, οι χοροί, τα τραγούδια, η μουσική, η οργανοποιία, η παραδοσιακή διατροφή και οι ενδυμασίες. Για να δημιουργηθεί ο μεγάλος αυτός οργανισμός (που περιλάμβανε μουσείο, βιβλιοθήκη, ταινιοθήκη, αίθουσες μουσικής και χορού) συνεργάστηκαν όλοι οι παραδοσιακοί και χορευτικοί σύλλογοι της πόλης. Οι νέοι μυούνταν στα έθιμα των προγόνων τους, και συμμετείχαν με νέα συνειδητότητα και περηφάνια που γίνονταν κι αυτοί κρίκοι μίας αρχέγονης αλυσίδας. Οι μαθητές των σχολείων της πόλης συχνά συνεργάζονταν με αυτόν τον οργανισμό, ειδικά στον μήνα τοπικής ιστορίας.

Οι τσιγγάνοι της πόλης, ως ξεχωριστή κοινότητα, έπαψαν να είναι στο περιθώριο. Τα παιδιά πήγαιναν όλα στο σχολείο αλλά μάθαιναν και τη γλώσσα τους. Η φυσική και η ψυχική υγεία της κοινότητας ήταν ειδικό μέλημα και προτεραιότητα του δήμου, με αποτέλεσμα να αναπτυχθεί μία κουλτούρα αυτοφροντίδας και αυτοπροστασίας άγνωστη στους παλαιότερους. Ο καταυλισμός τους επανοικοδομήθηκε ως νέος οικισμός με το δικό του ιδιαίτερο χρώμα: απέκτησε κομμωτήριο, ραφείο, καφενείο, και ένα μικρό κοινοτικό κέντρο όπου οι γεροντότεροι μαζεύονταν για να διδάξουν τη γλώσσα τους στα παιδιά, να κάνουν γάμους και γλέντια. Κάθε Μάιο ολόκληρη η Δράμα ήταν καλεσμένη στον εορτασμό του Εντερλέζι. Ήταν κάτι μοναδικό σε όλη την Ελλάδα οι τσιγγάνοι να διατηρούν την ισορροπία ανάμεσα στην συντήρηση της ιδιαιτερότητας της φυλής τους και στην ενσωμάτωση σε μία ευρύτερη κοινωνία.

Η τροφή της πόλης παραγόταν πλέον εξολοκλήρου τοπικά και βιολογικά, σε μικρά αγροκτήματα και μονάδες. Ποτέ δεν έλειπαν τα εργατικά χέρια, γιατί πολλοί νέοι έχοντας αποκτήσει την κουλτούρα του σχολικού λαχανόκηπου και έχοντας αγαπήσει τη γη,  ήθελαν να δοκιμάσουν την ένταξη στην παραγωγική διαδικασία και στην μεταποίηση. Τα μεγάλα σουπερμάρκετ αντικαταστάθηκαν από μικρά συνεταιρικά καταστήματα που διαθέτουν τοπικά προϊόντα. Οι αγρότες πειραματίζονταν με νέες καλλιέργειες, νέα φυτά, νέες μορφές μεταποίησης, και η πόλη μαζί με τον νομό έχουν γίνει εν πολλοίς αυτάρκεις σε τροφή. Η ποιότητα της τροφής, ο ελεύθερος χρόνος, οι καλές κοινωνικές σχέσεις, και η εγγύηση της εργασίας  είχαν σαν αποτέλεσμα την ελαχιστοποίηση της νοσηρότητας, και το μικρό τοπικό νοσοκομείο υπερεπαρκούσε για τις μειωμένες πλέον ανάγκες νοσηλείας.

Τα σκουπίδια της πόλης διαχωρίζονταν στην πηγή τους. Τα πλαστικά πήγαιναν σε ειδικούς κάδους, τους οποίους διαχειριζόταν μία πρωτοποριακή εταιρία που έφτιαχνε δομικά υλικά από πλαστικό. Τα χαρτιά, το αλουμίνιο και το γυαλί πωλούνταν. Τα οργανικά απόβλητα, όσα δεν «τάιζαν» τους κομποστοποιητές γειτονιάς στα πάρκα, αναλαμβάνονταν από τον δήμο, ο οποίος παρασκεύαζε υψηλής ποιότητας κομπόστ το οποίο διέθετε στους αγρότες. Το όφελος ήταν τριπλό: και οικονομικό (οι αγρότες μείωναν τα έξοδα παραγωγής, ο δήμος κέρδιζε χρήματα) και υγειονομικό (δραματική μείωση του όγκου των σκουπιδιών) και οικολογικό (το έδαφος βελτιωνόταν σταθερά με την εφαρμογή του κομπόστ, έναντι της πρόσκαιρης χημικής βελτίωσης με τα λιπάσματα που χρησιμοποιούνταν τα παλαιότερα χρόνια τα οποία μακροπρόθεσμα φτώχαιναν το έδαφος). Για τα παλιά έπιπλα, τα παλιά μηχανήματα, και τα παλιά ρούχα, υπήρχαν συνεταιρισμοί που τα αναβάθμιζαν και τα μεταποιούσαν: είχε δημιουργηθεί έτσι μία νέα αγορά, και μία νέα κουλτούρα, από ανθρώπους που εκτιμούσαν το παλαιό, το μοναδικό, και το ευφάνταστο.


Αυτάρκεια σε τροφή, αυτάρκεια σε ενέργεια, ικανοποιητική απασχόληση και εγγυημένο εισόδημα για τους κατοίκους, δημιουργικότητα, παράδοση, χαρούμενα παιδιά, βιοποικιλότητα, αναψυχή, νέοι άνθρωποι που μπολιάζουν την κοινωνία απέξω, υγεία, ενσωμάτωση, τέχνη, κοινωνικότητα, αναψυχή: ποιότητα ζωής! Αυτή η πόλη είναι πλέον ένας μικρός βιώσιμος παράδεισος.

Το ονειρεύτηκα.

Γένοιτο.

21 Ιαν 2021

Ο ήλιος του δάσους


Ελένιο (Inula helenium, στα αγγλικά elecampagne).

Μέσα στο ελατοδάσος, στη σκοτεινιά των βαθειών ρεμάτων, λάμπουν μικροί ήλιοι. Και λάμπουν τόσο πολύ που είναι σαν να ρίχνουν φως παντού, γιατί είναι ακριβώς: ήλιοι. Είναι ψηλά φυτά, με μεγάλα σκούρα φύλλα, και άνθη που φτάνουν τα 10 εκατοστά σε διάμετρο. Τα λατρεύουν οι πεταλούδες! Το μήνυμά τους είναι απλό: "Είσαι ήλιος και λάμπεις, δεν χρειάζεται ούτε να το κρύβεις ούτε να το διαλαλείς".


Πολυετές φυτό, του αρέσουν τα εδάφη που είναι κρύα και υγρά (έντονο το στοιχείο της Γης), και φυτρώνει σε συστάδες στα δάση του βορρά. Ανήκει στην οικογένεια των Σύνθετων, θυμίζει μια μεγάλη μαργαρίτα δηλαδή, και μπορεί να φτάσει και τα δύο μέτρα ύψος. Στα αγγλικά το λένε και elfdock, γιατί οι θρύλοι λένε οτι όπου φύεται αφθονούν οι νεράιδες. Το όνομά του το πήρε από την Ωραία Ελένη. Υπάρχει πιθανότητα, επειδή είναι βότανο γνωστό από την αρχαιότητα, να είναι το "πάναξ χειρώνειον", το φυτό που χρησιμοποιούσε ο Χείρων (ο θεραπευτής Κένταυρος), και κατά καιρούς έχει χρησιμοποιηθεί για διάφορες παθήσεις. Είναι βότανο αποχρεμπτικό, δριμύ και σχετικά πικρό, και χρησιμοποιείται για να κινητοποιήσει τη λιμνασμένη βλέννα στους πνεύμονες, την έμμηνο ρύση, αλλά και τα υγρά της πέψης στο στομάχι. Χρησιμοποιείται η ρίζα του, την οποία συλλέγουμε το φθινόπωρο όταν το υπόλοιπο φυτό έχει ξεραθεί. 


Ως ανθοϊαμα το αναφέρει ο David Dalton στο βιβλίο του "Stars of the Meadow". Βοηθά τους ανθρώπους που νιώθουν ξεχωριστοί και ιδιαίτεροι, αλλά δεν μπορούν να διαχειριστούν την ιδιαιτερότητά τους με ισορροπημένο τρόπο, και είτε ντρέπονται τρελλά είτε κάνουν τα πάντα για να τη δείξουν, να την διατυμπανίσουν. Είναι ένα ίαμα ιδιαίτερα χρήσιμο στην εφηβεία και στην πρώτη νεότητα, που ανακαλύπτουμε τον εαυτό μας, ανακαλύπτουμε τις διαφορές μας από τους γύρω μας, και είτε θέλουμε να κρυφτούμε είτε να κάνουμε τις διαφορές αυτές πιο ορατές! Επίσης χρήσιμο ίαμα σε κοινωνίες πολύ συντηρητικές, όπου δυσκολευόμαστε να είμαστε "απλά" ο εαυτός μας... Βοηθά τους ανθρώπους που νιώθουν αποξενωμένοι από την κοινωνία, και δεν βρίσκουν μία ταυτότητα που να τους βολεύει μέσω της οποίας να αλληλεπιδράσουν με το κοινωνικό σύνολο (και συχνά επικεντρώνονται στα αρνητικά χαρακτηριστικά τους, νιώθουν οτι 'κάτι δεν πάει καλά με αυτούς'). Ενισχύει την ταυτότητα δίνοντας ένα νέο επίπεδο αυτοαποδοχής και αυτοβεβαίωσης.


"Είμαι ήλιος, και δεν χρειάζεται να κρύβομαι ούτε να το βροντοφωνάζω. Είμαι αυτό που είμαι."

"Μόνη στο Δάσος"



«Συνήθως πάω μόνη μου στο δάσος, ούτε ένα φίλο

δεν παίρνω μαζί, γιατί είναι όλοι με κουβέντες και  χαμόγελα, και άρα

ακατάλληλοι.

Δεν θέλω να έχω μάρτυρες όταν μιλάω στα πουλιά

Ή αγκαλιάζω τη μαύρη γέρικη βελανιδιά. Εχω τον τρόπο μου να προσεύχομαι,

Όπως εσείς αναμφίβολα έχετε τον δικό σας.

Και άλλωστε όταν είμαι μόνη μπορώ να γίνω αόρατη. Μπορώ να κάτσω

Στην κορυφή ενός λοφίσκου ακίνητη σαν φούντα από αγριόχορτα

Και να περνούνε οι αλεπούδες πλάι μου αμέριμνες. Μπορώ να ακούσω

Τον σχεδόν ανήκουστο ήχο των ρόδων που τραγουδούν.

Αν έχεις έρθει ποτέ μαζί μου στο δάσος, θα πρέπει

Να σ’ αγαπώ πάρα πολύ.»

Mary Oliver (μτφ. Ελενα Γκώγκου)




3 Νοε 2020

Σημύδες

Δάσος στη Δράμα

 Βετούλη η κρεμοκλαδής, αλλά εμείς την ξέρουμε σημύδα, γιατί ο κορμός της είναι τόσο λευκός που ασημίζει. Ψυχρόφιλο δέντρο, βόρειο, για τους σαμάνους ιερό. Το φθινόπωρο ξεχωρίζει από το χρυσαφένιο της φύλλωμα που τρεμοπαίζει στο αεράκι. Απόκοσμη λάμψη, και μία φυσική κομψότητα. Αν την προσέξεις μία φορά ποτέ δεν την ξεχνάς, και την αναγνωρίζεις πλέον παντού. Ζει σε συστάδες, πάντα παρέα. Το δέντρο αυτό βρίσκεται στην καρδιά των μύθων και της μαγείας όλων των βόρειων περιοχών της Γης, από τη Σιβηρία, τη Βόρεια Αμερική, και τη Βόρεια Ευρώπη. Από τα νεαρά κλαδιά της φτιάχνουν σκούπες και σάρωθρα "που διώχνουν το κακό" σε οποιαδήποτε μορφή του. Επειδή είναι πρόδρομο είδος με μεγάλη βλαστικότητα, και είναι το πρώτο δέντρο που εποικίζει τη χέρσα ή καμένη γη, για τους Κέλτες συμβόλιζε την αναγέννηση και την αγνότητα. Το γιόρταζαν τη μέρα των νεκρών (στη γιορτή του Samhain, 31 Οκτωβρίου), που είναι και μέρα εξαγνισμού των ψυχών των προγόνων. Οι σκούπες των μαγισσών ήταν φτιαγμένες από ξύλο σημύδας - οι μάγισσες "πετούσαν" στους κόσμους των ψυχών και των ονείρων πίνοντας ή τρώγοντας το κόκκινο ενθεογόνο μανιτάρι (ναι, αυτό των παραμυθιών με τις λευκές βούλες!) την amanita muscaria, που είναι πολύ κοινό μέσα στα δάση αυτά.

περιοχή Νευροκοπίου Δράμας

Παραδόξως ίσως, η σημύδα συμβόλιζε και τη γονιμότητα, καθώς είναι το πρώτο δέντρο που βγάζει φύλλα την άνοιξη. Ο ευθυτενής κορμός της χρησιμοποιείται σαν μαγιόξυλο/γαϊτανάκι, και οι φωτιές του Bealtaine (κέλτικη γιορτή στον αντίποδα - 6 μήνες μετά - του Samhain) καίγανε ξύλο σημύδας και βελανιδιάς. Στη Σκωτία έφτιαχναν τις κούνιες των μωρών από ξύλο σημύδας, γιατί η λαϊκή παράδοση έλεγε οτι το ξύλο αυτό τα προστατεύει από τις απαγωγές νεογέννητων που φημολογείτο οτι έκαναν τα ξωτικά. Βέβαια, στη Σκωτία που αφθονούν τα δέντρα αυτά, έφτιαχναν σχεδόν τα πάντα από το ξύλο τους, όπως και στη Σκανδιναβία. Είναι το εθνικό δέντρο της Φινλανδίας.



Ο φλοιός της έχει παράξενες ιδιότητες: είναι αδιάβροχος (οι αυτόχθονες του Καναδά έφτιαχναν καγιάκ με αυτό) αλλά και εξαιρετικό προσάναμμα για δύσκολες φωτιές (όταν θέλεις να ανάψεις φωτιά στο ύπαιθρο και έχει υγρασία ας πούμε), είναι απαλός και ξεφλουδίζει λεπτές φλουδίτσες σαν φτερά. Είναι τόσο μονωτικός από την υγρασία, που τα κομμένα κλαδιά της, πεσμένα στο έδαφος και σάπια, διατηρούν το σχήμα τους ατόφιο - τα πιάνεις, νομίζεις πως είναι ξυλώδη, αλλά αυτά είναι μαλακά και το εσωτερικό τους έχει μεταστοιχειωθεί σε χώμα. Οταν είναι νέες είναι ολόλευκος και καθώς γερνούν αποκτά σκασίματα και ρυτίδες, όπως ακριβώς και η επιδερμίδα των ανθρώπων.

φλοιός νεκρής σημύδας στο Φρακτό

Τα άνθη της είναι κιτρινοπράσινοι ίουλοι - τα αρσενικά κρέμονται, τα θηλυκά είναι ορθά. Ανθίζει τον Απρίλιο συνήθως, ανάλογα με την περιοχή. Τα φύλλα είναι μικρά και τριγωνικά, και όταν είναι νεαρά γίνονται θεραπευτικό τσάι. Στην Ελλάδα υπάρχουν λίγες, ένα δάσος στη Δράμα, κάποιες διάσπαρτες συστάδες στα δάση της Ροδόπης, στο Βόρα, και πλάι στη Μεγάλη Πρέσπα. Το χειμώνα ξεχωρίζουν μέσα στο δάσος γιατί οι κορμοί τους φέγγουν λευκοί. Την άνοιξη πριν βγάλει φύλλα, στα δάση του μακρινού βορρά, ανοίγουν τρύπες στον κορμό της και βγάζουν τον χυμό της, που είναι τονωτικός και θεραπευτικός και ελάχιστα γλυκούτσικος - σε κάποια μέρη τον κάνουν μπύρα και σιρόπι - και μετά κλείνουν την τρύπα με κερί, για να μην μολυνθεί το δέντρο. Από τον φλοιό της φτιάχνουν και εξαιρετική κόλλα (με αυτή κολλούσαν τις αιχμές των βελών επάνω στο ξύλο οι Ινδιάνοι).

Λιβαδίτης Ξάνθης

Εγώ τις ερωτεύτηκα από την πρώτη στιγμή που τις είδα, και είναι μάλλον το αγαπημένο μου δέντρο. Τις ψάχνω στα δάση που επισκέπτομαι, και ήταν όνειρό μου να επισκεφθώ το δάσος της σημύδας στα σύνορα με τη Βουλγαρία. Το άκουγα χρόνια, αλλά άκουγα οτι ήταν απρόσιτο εξαιτίας της κακής ποιότητας των δρόμων στην περιοχή. Ο τολμών νικά, όμως, και επιτέλους πήγα.

νεαρό δέντρο στην αρχή του δάσους, Δράμα

Τελευταία μέρα του Οκτωβρίου, ημέρα των ψυχών των νεκρών, και η δεύτερη πανσέληνος του μήνα. Τα χρώματα του φθινοπώρου στη δόξα τους. Κάθε στροφή του δρόμου και ένας πίνακας ζωγραφικής, και νιώθαμε οτι περπατούσαμε σε ένα ζωντανό έργο τέχνης. Η μοναδική παραφωνία ήταν η παρουσία των κυνηγών, που είχαν βγεί παγανιά με τα τζιπ, τα σκυλιά, τα όπλα, τις στολές, τα gps και τους ασύρματους, 15 νοματέοι για να παγιδέψουν κάποιο δυστυχές αγριογούρουνο να έχουν να καυχιούνται για τη φυσιολατρεία και τον τοξικό τους ανδρισμό στα καφενεία του χειμώνα. Να ένας λόγος να νιώθεις απειλή μέσα στο δάσος: όχι από τα ζώα, που σέβονται τον άνθρωπο που τα σέβεται, αλλά από το αλαζονικό, αστόχαστο, και δολοφονικό είδος μας.

Δάσος σημύδας, Δράμα

Παρόλα αυτά, η απόλαυση της ατμόσφαιρας του δάσους ήταν μεγάλη: κάθε μέτρο που περπατούσαμε ήταν πλήρες από ανάταση. Πήγα να γράψω "μας έκοβε την ανάσα", αλλά δεν μας την έκοβε, αντίθετα εισπνέαμε βαθειά και αβίαστα: τον ελαφρώς ψυχρό, υγρό αέρα και την ομορφιά. Αντιγράφω από το ημερολόγιό μου:

"Στα δεξιά είδα ένα άνοιγμα, με κομμένους λευκούς κορμούς ανάμεσα στα χρώματα. Σταματήσαμε. Είχε βατόμουρα στην άκρη του δρόμου, μα εγώ ανέβηκα το μονοπάτι. Μπροστά μου τρείς πανύψηλες σημύδες σαν καντηλέρι, βγαίνανε από την ίδια ρίζα. Γύρω γύρω  φτέρες ψηλές και μανιτάρια. Ήταν η αρχή του δάσους, πλέον. Συνέχισα το μονοπάτι που ανηφόριζε μέχρι που έφτασα σε ένα ψηλό σημείο. Μπροστά μου ένα αληθινό δάσος με αρχέγονη μορφή, μία εικόνα που με πήρε μέσα της. Από κει το μονοπάτι κατηφόριζε, και συνέχισα. Σαν να περπατούσα στον τόπο του παραμυθιού.

Φωτογράφιζα διαρκώς, αλλά η αίσθηση δεν πιανόταν. Μόνο μία φωτογραφία κάπως αποτύπωσε την αίσθησή μου. Ο κορμός τους ήταν ασημί, και ψηλά, η κόμη τους ήταν χρυσή, ένα χλωμό χρυσαφί που φαινόταν απόκοσμο, και έκανε αντίθεση με τον καταγάλανο ουρανό του απογεύματος. Γιατί πλέον είχε πάει απόγευμα, το φως πέφτει νωρίς, τελευταία μέρα του Οκτώβρη. Έμεινα να κάνω μικρά βήματα τριγύρω νιώθοντας τα δέντρα, το πάτημα, και συγχρόνως όντας «έξω». Εκεί, εδώ, κάπου αλλιώτικα, σε έναν τόπο τέτοιο που δεν είχα ξαναπατήσει, με μία αίσθηση συντονισμού με κάτι πολύ διαφορετικό από οτιδήποτε άλλο είχα συναντήσει στη ζωή μου. Όχι πολύ «γήινο». Μία απόλυτη καλωσύνη, μία απόλυτη ηρεμία: μία καλωσύνη που δεν «χαρίζεται», χωρίς επιπολαιότητα/χαζοχαρουμενιά/επιφαναειακότητα, που περιέχει την αποστασιοποιημένη αυστηρότητα του νόμου αλλά με φροντίδα, μία αγάπη πολύ καθαρή και συγχρόνως γεμάτη μυστήριο. Η κόμη της σημύδας αφήνει το φως να περάσει, δεν έχει τίποτα από το βάρος και τη σκοτεινιά της οξιάς. Το δάσος είναι ελαφρύ και αέρινο, φωτεινό και παιχνιδιάρικο. Νεανικό, κι ας είναι τα δέντρα τόσο μεγάλα σε ηλικία. Σαν να βρίσκομαι σε μια άλλη ηλικία της γης, χιλιετίες πριν, τότε που είχε δράκους , δεινόσαυρους, και οι νεράιδες κυκλοφορούσαν στα φανερά παντού.  Είχε μια τέτοια ποιότητα η ατμόσφαιρα του δάσους με τις ψηλές φτέρες και τις πανύψηλες σημύδες. Το φως έπεφτε, αλλά το αέρινο χρυσαφί του θόλου δεν σε άφηνε να φοβηθείς.

δάσος σημύδας, Δράμα


Το φως. Το φως είναι δόνηση και πληροφορία, λένε. Αυτά τα δέντρα έχουν πιο έντονη σχέση μαζί του από ότι τα άλλα, ίσως γιατί είναι ψυχρόφιλα και βόρεια, και στο βορρά το φως πολύ λιγοστεύει το χειμώνα. Ψηλά στην κόμη τους φέγγουν χρυσά και διαχέουν φως προς τον υπόροφο – τα μεγάλα σε ηλικία, που είναι και τόσο ψηλά εδωπέρα, αφήνουν τεράστιο χώρο ενδιάμεσα, και περπατάς ανάμεσά τους και είναι λευκοί, λευκόγκριζοι κορμοί ευθυτενείς. Από κάτω φτέρες ψηλές και κράταιγοι. Σαν αντένες που φέρνουν φως από τον ουρανό και τον διαχέουν χαμηλά, είπε ο Κ. Το φως μας επιτρέπει να βλέπουμε, μας δίνει το μέσον και τη συνθήκη για να δούμε – και καθώς το γράφω αυτό συνειδητοποιώ πόσο σύνθετο και μυστήριο πράγμα είναι η όραση. Εξωτερική και εσωτερική, με τα μάτια του σώματος και με τα μάτια του νου. Τι είδους πληροφορίες μας καθιστούν ικανούς να αντιλαμβανόμαστε αυτά τα δέντρα. Με το φως τους τα μάτια μας βλέπουν περισσότερα, βλέπουν αλλιώτικα, με μία ευκρίνεια που ξαφνιάζει: βλέπουν πράγματα που δεν έβλεπαν προηγουμένως κι ας ήταν εκεί μπροστά τους, δίπλα τους, κάτω από τη μύτη τους. Το φως επίσης επιτρέπει στη ζωή να υπάρξει: εδώ ο υπόροφος είναι πλούσιος, ζουν χιλιάδες πλάσματα – όχι μόνο από κάτω αλλά και τριγύρω, και ανάμεσα. Η σημύδα είναι πρόσκοπο είδος, πρόδρομο, ανοίγει το δρόμο και προετοιμάζει το έδαφος για τα άλλα, πιο μακρόβια είδη. Εδώ ήδη είχαν εγκατασταθεί λίγες ερυθρελάτες σε σημεία. Το δάσος αυτό δεν θα παραμείνει έτσι «για πάντα», θα αλλάξει. Θα μείνουν λίγες συστάδες σημύδων, όπως στο Φρακτό ή στον Λιβαδίτη, και θα εγκατασταθούν τελικά τα έλατα. Η ελαφράδα της νιότης θα δώσει τη θέση της στη σοβαρότητα της ωριμότητας. Έτσι γίνεται και στη ζωή των ανθρώπων κανονικά. 

Ίσως γι αυτό το ίαμα της σημύδας μας λέει «δέστε με νέα μάτια, δέστε εκ νέου, δέστε την ομορφιά, νιώστε ελαφροί, νιώστε τη χαρά της εξερεύνησης και της ανακάλυψης, ξαναγίνετε για λίγο το παιδάκι που έχει περιέργεια για όλα, δώστε την ευκαιρία στον εαυτό σας να ξαναπεί ‘γιατί’». Αυτό το νέο μπορεί να είναι και παλιό, αλλά εξακολουθεί να είναι νέο κάθε φορά που το κοιτάμε. Ο δάσκαλός μου έλεγε ότι «αγάπη είναι να βλέπεις πάντοτε με νέα μάτια», και πιθανώς να εννοούσε αυτό. Με κάθε βλέμμα ανακαλύπτεις στον άλλον κάτι καινούργιο, που σε πάει μακρύτερα, βαθύτερα, που σε συνδέει με κάποιον νέο τρόπο. Και δεν κουράζεσαι, ούτε βαριέσαι.

Δάσος σημύδας, Δράμα

Η νεότητα της Γης για μας είναι αρχαιότητα, γιατί δεν ζούσαμε τότε. Τα νιάτα του πλανήτη μας φαίνονται αρχέγονα γιατί εμείς είμαστε τόσο νεαροί σε σχέση με αυτήν. Αλλά είναι νιάτα, με όλη την αναπαραγωγική ορμή και την ενέργεια που έχουν όλοι οι νέοι: το πάθος της εξερεύνησης και της ανακάλυψης, η πληθώρα των ενδιαφερόντων, η αίσθηση ότι βλέπεις πράγματα για πρώτη φορά και ενθουσιάζεσαι με αυτό. (Σκεφτόμουν ότι τα δέντρα που μου φαίνονταν τόσο αρχέγονα τριγύρω μου δεν ήταν παλιότερα από τον ίδιο τον Κ, δεν τον ξεπερνούσαν σε ηλικία και πολύ. Η βιβλιογραφία λέει ότι το δάσος αναπτύχθηκε μετά τον πόλεμο όταν έφυγαν οι κτηνοτροφικές δραστηριότητες από την περιοχή με την ερήμωση των γύρω χωριών - είμαστε πολύ λίγα χιλιόμετρα μακριά από τα σύνορα. Ετούτα τα δέντρα, λοιπόν, όλο το δάσος δηλαδή, μαζί με τα πεύκα και τις οξιές, είναι 80 ετών το πολύ). Άλλο πράγμα ο γραμμικός χρόνος του «πότε γεννήθηκα-πότε παντρεύτηκα-πότε πήρα σύνταξη» και άλλο πράγμα ο κυκλικός χρόνος των εποχών - των μοτίβων της φύσης και της ιστορίας.


δάσος σημύδας, Δράμα

...Στα αριστερά δύο σημύδες, μία ζωντανή και μία πεθαμένη. Η ζωντανή, μια χορεύτρια με χρυσή φορεσιά. Η πεθαμένη γεμάτη γκρίζες λειχήνες που την έκαναν να φαίνεται σαν λούτρινη – στο κέντρο της καρδιάς της, το χαριτωμένο μανιτάρι που τη σκότωσε (στα πιο αδύναμα δέντρα φωλιάζει ένας μύκητας που δεν θυμάμαι πώς τον λένε, που τελικά τα σκοτώνει). Δεξιά μικρότερες, και λίγο παρακάτω ένας κράταιγος γεμάτος με γλυκούς καρπούς, τον οποίο κλάδεψα λίγο αργότερα. Η θερμοκρασία έπεφτε μαζί με το φως. Στο δρόμο του γυρισμού πια ανέτειλε το φεγγάρι μέσα στο πηχτό σκοτάδι των έρημων επαρχιακών δρόμων"

δάσος σημύδας, Δράμα

27 Ιουλ 2020

Το Τσάι του Δάσους

Δεν ψήνεται σε περίτεχνες αριστοκρατικές τσαγιέρες. Πώς γίνεται να φτάσουν μέχρι εκεί, εξάλλου;


Ούτε συνοδεύεται από σάντουιτς λευκού ψωμιού με λεπτοκομμένες φέτες αγγουράκι, όπως κάποτε στην Αγγλία. Ούτε από φρεσκοψημμένα κουλουράκια βανίλιας ή κανέλας.

Αμα δε φέρεις μαζί σου φακελάκι λιπτον-τή ή σακουλάκι με μαύρα ξερά τσακισμένα φύλλα καμέλιας, πάλι αυτό δεν θα είναι το τσάι το γνωστό, που πίνουνε σε δύση και ανατολή.


Όχι, το τσάι του δάσους δεν είναι αυτό που πίνεις σπίτι, στο μπαλκονάκι ή το σαλόνι σου, παρέα με το γάτο και το βασιλικό σου. Ούτε στα τή ρουμς του λονδρέζικου ξενοδοχείου.

Το τσάι του δάσους θέλει νερό από βουνίσιο ποταμάκι, νερό που τρέχει ασταμάτητα από τότε που ξεκίνησε ο χρόνος παγωμένο καθαρό, νερό που έπεσε σαν πάχνη στα φύλλα μες στη νύχτα και ξανανέβηκε με τον πρώτο ήλιο ατμός, έγινε σύννεφο, βροχή, πέρασε μέσα από βρύα ρίζες και βράχια, ξεκουράστηκε και ξαναβγήκε ως πηγή ξανά στο φως.


Το τσάι του δάσους ψήνεται στη φωτιά. Συχνά τη νύχτα, ή το πρωί μόλις ξυπνάς και θέλεις κάτι να ζεστάνει τα μέσα σου, γιατί η υγρασία περονιάζει. Σα μαλακή φανέλα που τη φοράς κατάστηθα και ηρεμεί η ψυχή.


Ολα τα βότανα που είναι φίλοι καρδιακοί μπαίνουνε μέσα, να δώσουνε την καλωσύνη τους - το φάρμακό τους. Το φάρμακο όπως το εννοούσανε οι Ινδιάνοι, ίαμα σώματος και ψυχής. Ότι γνωρίζουμε και μας γνωρίζει μέσα στο δάσος για το καλό μας, θα μπει στο τσάι. Το βουτυρόχορτο και το τριφύλλι, οι νεαρές βελόνες της ελάτης και της πεύκης. Η αχιλλεία και το υπερικό, η μέντα και το λευκό λουλουδάτο συννεφάκι, η σπιραία. Η ρίγανη, ο ελίχρυσος, ο κίστος, το θυμάρι. Ότι βγάζει ο τόπος, ότι δίνει η γη, εκεί που είσαι. Όπου κι αν είσαι. Το δάσος θα σου δώσει ότι χρειάζεσαι.